αγορανόμιον

αγορανόμιον
ἀγορανόμιον και αγορανομείον / ἀγορανομεῑον, το (Α) [ἀγορανόμος]
1. αρχείο ή δικαστήριο τών αγορανόμων
«ἀναγραψάντων ἅ τε χρὴ ποιεῑν καὶ ἃ μὴ καὶ πρόσθεν τοῡ ἀγορανομίου θέντων ἐν στήλῃ» (Πλάτων Νόμοι 917e)
2. τα συμβολαιογραφικά τέλη (σε παπύρους). || αρχ.. Οίκημα μέσα στο οποίο έδρευαν οι αγορανόμοι. Στη ρωμαϊκή αγορά τών Αθηνών υπήρχε οικοδόμημα από πεντελικό μάρμαρο, το οποίο σύμφωνα με μαρτυρία επιγραφής ήταν το αγορανόμιον.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ἀγορανομίου — ἀγορανόμιον court neut gen sg ἀγορανόμιος of masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀγορανομίῳ — ἀγορανόμιον court neut dat sg ἀγορανόμιος of masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αγορανομείον — ἀγορανομεῑον, το (Α) βλ. αγορανόμιον …   Dictionary of Greek

  • αγορανόμος — Άρχοντας στην αρχαία Ελλάδα, που είχε καθήκον του την επίβλεψη της λειτουργίας των αγορών. Στην Αθήνα οι α. ήταν δέκα και εκλέγονταν με κλήρο για έναν χρόνο, ένας από κάθε φυλή. Ο επικεφαλής τους λεγόταν πρέσβυς. Α. υπήρχαν επίσης και στην… …   Dictionary of Greek

  • Σάμος — I Αρχαίος επιγραμματοποιός (3ος αι. π.Χ.). Ηταν γιος του Χρυσόγονου, του συμβούλου του βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππου E’. Επειδή απόφευγε να κολακεύει το βασιλιά Φίλιππο, ο τελευταίος διέταξε να τον θανατώσουν (204 π.Χ.). Σύμφωνα με μαρτυρίες… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”